Πέφτοντας ο «Πολύδωρος» στα μάτια της Πανδώρας,
–σαν τα χειρότερα, ποτέ, σ’ αυτή που στέλναν δώρα–
πιπίλιζε στο μυαλό του –λες κι ήταν αυτής της ώρας–
να πήγαινε αδιάβαστος –αυτοκτονώντας– τώρα.
Κεφάλι, σαν κλούβιο αυγό, δώρο –τι κολοκύθι!–
θα ήταν δυνατόν ποτέ κείνη να εξιτάρει;
Όταν τον είδε τα ’χασε, αυτήνα να μην πείθει
–που θα κεράτωνε μετά– άντρα της να τον πάρει.
…………………………………………………
…………………………………………………
…………………………………………………
…………………………………………………
Εμφάνιση δύο (2) στροφών από συνόλου 11