Πολύ βαριέμαι στη ζωή,
καθόλου δε μ’ ευχαριστεί
ποτέ να κάνω κάτι.
Πάντα νομίζω μ’ ευνοεί
πολύ –γιατί έχω κουραστεί–
μονάχα το ραχάτι.
Ας ήταν, Θεέ μου, δυνατό
μονίμως να ’μαι ξαπλωτός
απάνω στο κρεβάτι.
Αλλά δεν θέλω αραχτό
να μ’ έβλεπε ποτέ γνωστός,
ούτε και ξένου μάτι.
Το ρεζιλίκι δεν ποθώ
–μάλιστα το αντιπαθώ–
και με ξεκρεβατώνει.
Την ξάπλα μου για να χαρώ
πρέπει τελείως ν’ αφεθώ
– κι ο κόσμος με τσιτώνει.